- λαμπαύρας
- λαμπαύρας, ὁ (Α)ο αστέρας λαμπαδίας.[ΕΤΥΜΟΛ. Πιθ. λάμπω + αὔρα].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
λαμπαδίας — (Αστρον.). Ελληνική ονομασία του αστέρα Αλντεμπαράν (αραβ. Al Dabaran = ο ακόλουθος, λόγω του γεγονότος ότι φαίνεται να ακολουθεί τις Πλειάδες) που ανήκει στον αστερισμό του Ταύρου. Ο Λ. ονομάζεται επίσης οφθαλμός του Ταύρου, επειδή στη… … Dictionary of Greek